Ημέρα Μνήμης του Θανάτου του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά
2013-10-14 13:19
Στις 13 Οκτωβρίου 1904, ο Ανθυπολοχαγός Παύλος Μελάς (Μίκης Ζέζας), μετά από προδοσία, κυκλώνεται από τουρκικό απόσπασμα στο χωριό Στάτιστα (Μελάς) Κορεστίων.
>Μετά από σκληρή μάχη τραυματίζεται σοβαρά και πεθαίνει, ενώ επτά από τους άνδρες του συλλαμβάνονται αιχμάλωτοι. Η εθελοθυσία του νεαρού αυτού αξιωματικού αποτέλεσε έκτοτε σύμβολο του αγώνα για τη σωτηρία της Μακεδονίας.
Η θλιβερή είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά όταν έφτασε στην Αθήνα κι οι καμπάνες των εκκλησιών σήμαναν πένθιμα. Ενώ πολλοί λίγοι στην πρωτεύουσα και την υπόλοιπη Ελλάδα γνώριζαν την έξοδο του στη Μακεδονία, τον θρήνησαν ως εθνικό ήρωα. Κύματα αγανάκτησης συντάραξαν το Πανελλήνιο κι η ανάγκη για εκδίκηση ήταν επιτακτική.
Το Μακεδόνικο Ζήτημα που μέχρι τότε αφορούσε ένα μικρό τμήμα του Ελληνισμού, εξυψώθηκε σε αγώνα επιβίωσης ολόκληρου του Έθνους, καθώς ο θάνατος του Μελά αποτέλεσε εναρκτήριο σάλπισμα. Οι συνάδελφοι του αξιωματικοί, ζητούσαν να μεταβούν στη Μακεδονία για να εκδικηθούν το θάνατο του κι όλοι οι Έλληνες αντιλήφθηκαν ότι στο χώρο της διακυβεύονταν ζωτικά συμφέροντα του ελληνισμού.
Αν δεν κατοχύρωναν τα συμφέροντα αυτά, η Ελλάδα θα ζούσε πάντα υπό την ασφυκτική πίεση ενός ισχυρού βόρειου γείτονα.
Για αυτό τον λόγο ο Μελάς ακόμα και μετά θάνατον βάλεται από τους Σκοπιανούς και τους Έλληνες συμπαραστάτες τους.Ο Μελάς με την θυσία του ξύπνησε τον κοιμώμενο Έλληνα
Ας δούμε τώρα πως θυσιάστηκε για την Μακεδονία ο Παύλος Μελάς.
Μετά την οργάνωση της Ελληνικής άμυνας στην περιοχή ανατολικά από το Βίτσι και την εγκατάσταση για έλεγχο ενός ισχυρού σώματος από περίπου πενήντα άνδρες με τη γενική διεύθυνση του παλιού αρματολού Γιοβάνη, ο Παύλος Μελάς είχε την πρόθεση μέσω των Κορεστΐων, να περάσει στο Μεγάροβο και το Μοναστήρι, ώστε να οργανώσει την περιοχή πριν από το χειμώνα. Με τα σχέδια αυτά στο μυαλό του ειδοποίησε το σώμα Καούδη-Κύρου να επιδιώξει συνάντηση μαζί του κοντά στη Στάτιστα (Μελά) κι αφού παρέλαβε τα τμήματα των Πύρζα, Βολάνη, Π ούλακα, και Καραλίβανου, κινήθηκε αμέσως προς τα Κορέστια.
Στις 12 Οκτωβρίου το βράδυ, ολόκληρη η δύναμη των 35 ανδρών παρέμεινε στη Στάτιστα (Μελά), όπου οι κάτοικοι με επικεφαλής τον πρόκριτο του χωριού Ντίναν, υποδέχτηκαν με ιδιαίτερη χαρά το σώμα. Ο πρόκριτος ανήκε στο σώμα Καούδη-Κύρου, και ήταν αυτοί που τον έστειλαν να οδηγήσει την επομένη το σώμα Μελά στο σημείο της συνάντησης. Ενώ βρίσκονταν στον καταυλισμό, μια χωρική ειδοποίησε το Μελά ότι ισχυρό τουρκικό τμήμα βγήκε από το Κονοπλάτι (Μακροχώρι) και κατευθυνόταν προς τη Στάτιστα. Ο Μελάς είχε τη γνώμη ότι οι Τούρκοι θα απέφευγαν να τον καταδιώξουν, δεν έδωσε σημασία στην πληροφορία και διέταξε τους άνδρες του να παραμείνουν κρυμμένοι στα σπίτια της Στάτιστας χωρίς να προχωρήσουν σε καμία ενέργεια. Όμως, όταν το τουρκικό τμήμα έφτασε στη Στάτιστα, κατευθύνθηκε στον κάτω συνοικισμό της και χωρίς χρονοτριβή κύκλωσε τα σπίτια όπου είχε καταλύσει το ελληνικό σώμα. Οι προσχεδιασμένες κινήσεις του τουρκικού τμήματος αποδείκνυαν ότι η κίνηση του βασιζόταν σε θετικές πληροφορίες. Το πιθανότερο είναι ότι η οργάνωση της ΕΜΕΟ στην περιοχή, παρακολουθούσε τις κινήσεις του Μελά και είχε κατάλληλα ενημερώσει τους Τούρκους.
Αμέσως μόλις κυκλώθηκαν τα καταλύματα του ελληνικού τμήματος, άρχισαν οι πυροβολισμοί από όλες τις κατευθύνσεις. Ο Μελάς βρέθηκε αντιμέτωπος με μια αναπάντεχη κατάσταση και προσπάθησε να απαλλάξει το σώμα του από τη δύσκολη θέση. Τη στιγμή που έβγαινε από το σπίτι και πριν ακόμη φτάσει στην αυλόπορτα τον κτύπησε τουρκική βολίδα στην οσφυϊκή χώρα. Κατόρθωσε να συρθεί μέχρι το σπίτι, το τραύμα του όμως ήταν θανατηφόρο και μετά από λίγο υπέκυψε. Η τουρκική δύναμη πέτυχε να συλλάβει επτά αντάρτες και μεταξύ τους τον οπλαρχηγό Γεώργιο Βολάνη. Το υπόλοιπο σώμα κατόρθωσε να διαρρεύσει στην περιοχή ανατολικά από το Βίτσι (Βέρνο) εκτός από δύο αντάρτες οι οποίοι αφού περιπλανήθηκαν στην περιοχή Βαψωρίου, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο από τους κομιτατζήδες.
Γράφει ο ιστορικός ο Βρεττανός ιστορικός Douglas Dakin για τον θάνατο του Παύλου Μελά:
Δεν πέρασε πολλή ώρα και τουρκικές δυνάμεις περικύκλωσαν το σπίτι (είχε επισημανθεί καθαρά στο γράμμα) όπου έμενε ο Μελάς μαζί με τον Πύρζα, τον Ντίνα κι' έναν Κρητικό, τον Στρατίνάκη. Χωρίς να χάσουν καιρό άρχισαν να πυροβολούν κι απείλησαν να κάψουν το σπίτι. Ο Μελάς πρόβαλε από ένα παράθυρο του πάνω ορόφου, πυροβόλησε ένα Τούρκο που πλησίαζε αλλά χτυπήθηκε κι ο ίδιος στην οσφυϊκή χώρα. Κατάφερε να κατεβεί τρεκλίζοντας στο κάτω πάτωμα (στο στάβλο), το τραύμα, όμως, ήταν θανάσιμο. Τότε εμπιστεύτηκε στον Πύρζα το σταυρό του για να τον δώσει στη Ναταλία και ζήτησε ακόμη να δοθεί το όπλο του στο γιο του. Ξεψύχησε λίγες στιγμές αργότερα[1]. Ο Πύρζας μάζεψε όλα τα έγγραφα από τις τσέπες του κι άφησε τη σορό στη φροντίδα έμπιστων χωρικών[2]. Οι Τούρκοι, όπως φάνηκε, δεν γνώριζαν ότι είχαν σκοτώσει τον Μελά μέχρι που η θλιβερή είδηση αναγγέλθηκε στην Αθήνα.
[1]Η αφήγηση αυτή βασίζεται στον Πύρζα που ήταν παρών. Το σπίτι όπου ο Μελάς άφησε την τελευταία του πνοή σώζεται ακόμη. Μια εξωτερική σκάλα οδηγεί στο πάνω μέρος. Η αφήγηση του Καραβαγγέλη (ο'.π., σ. 33 επ.) αναφέρει ότι βρίσκονταν επτά σύντροφοι στο σπίτι αυτό· ότι τράβηξαν τον Μελά μέσα, αμύνθηκαν αλλά στο τέλος παραδόθηκαν. Ανάμεσα στους επτά αυτούς ο Καραβαγγέλης αναφέρει τον Γεώργιο Βολάνη, και τους παλιούς συντρόφους του Βαγγέλη, Γρηγόρη και Χρήστο. Ο Καραβαγγέλης προσθέτει ότι ο Καραλίβανος και εκείνοι που βρίσκονταν σε άλλα σπίτια κατόρθωσαν να διαφύγουν.
[2]Οι χωρικοί έθαψαν το νεκρό του Μελά σε ασφαλές μέρος. Ο Κύρου, που είχε επιστρέψει στο Ζέλοβο, έστειλε τον Ντίνα να μεταφέρει τη σορό στο χωριό του. Ο Ντίνας ισχυρίστηκε ότι ενώ ξέθαβε το σώμα αιφνιδιάστηκε από την άφιξη Τούρκων. Για το λόγο αυτό απέκοψε το κεφάλι, το έβαλε σ' ένα σάκο, το μετέφερε στο Ζέλοβο, απ' όπου το πήραν μετά και το ενταφίασαν (τη νεκρώσιμη ακολουθία τέλεσε ο παπα-Σταύρος) τα μεσάνυχτα της 18ης Οκτωβρίου στο Πισοδέρι, στο ναό της Αγίας Παρασκευής. Οι Τούρκοι διέταξαν στη συνέχεια έρευνα στη Στάτιστα και στις 23 Οκτωβρίου βρήκαν το ακέφαλο σώμα και το μετέφεραν στην Καστοριά. Σύμφωνα με τον Καραβαγγέλη, ο οποίος εκείνη την ώρα παρακολουθούσε συνεδρίαση του τοπικού συμβουλίου, ο καϊμακάμης είχε την εντύπωση ότι το σώμα ήταν του Μήτρου Βλάχου. Ο Καραβαγγέλης προσθέτει ότι μάζεψε έγγραφα από τη σορό, ορισμένα από τα οποία προέρχονταν από την αλληλογραφία του με τον Μελά σε κώδικα με λατινικούς χαρακτήρες. Κι ότι είπε στον καϊμακάμη ότι το θύμα ήταν κάποιος «Τζέτζας» (Ζέζας), όνομα ελληνικό. Ο καϊμακάμης, όμως, επέμενε ότι το σώμα ανήκε σε «Βούλγαρο». Χρειάστηκε ο Καραβαγγέλης να υποκινήσει διαμαρτυρίες από τους Έλληνες της πόλης και να ασκήσει όλη του την επιρροή στους τοπικούς μπέηδες για να του παραδώσει τη σορό ο καϊμακάμης —υπό τον όρο ότι η ταφή θα γινόταν αθόρυβα. Αυτό κι έγινε το επόμενο πρωί στο κοιμητήριο απέναντι από το μητροπολιτικό μέγαρο. Λίγο πριν αναχωρήσει από την Καστοριά το 1907, ο Καραβαγγέλης φρόντισε να μεταφερθεί και η κεφαλή από το Πισοδέρι και ολόκληρο το λείψανο τοποθετήθηκε κοντά στην Αγία Τράπεζα του μητροπολιτικού ναού της Καστοριάς. Η Ναταλία, με την άδεια των τουρκικών αρχών, ήταν παρούσα στην τελετή (είχε ήδη, λίγο μετά το θάνατο του συζύγου της, επισκεφθεί την Καστοριά). Το 1950 το λείψανο του Μελά μεταφέρθηκε σε τάφο στη μικρή βυζαντινή εκκλησία των Ταξιαρχών της Καστοριάς.
Η είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά συγκλόνισε ολόκληρη την Ελλάδα και την Αθήνα και ιδιαίτερα φυσικά, την οικογένειά του. Ολόκληρος ο ελληνικός λαός πενθεί τον ήρωα, που έφυγε τόσο νέος, μόλις 34 χρονών, και σε τόσο μάλιστα κρίσιμες στιγμές για το Έθνος και τον Ελληνισμό!
Για αυτό τον λόγο ο Μελάς ακόμα και μετά θάνατον βάλεται από τους Σκοπιανούς και τους Έλληνες συμπαραστάτες τους.Ο Μελάς με την θυσία του ξύπνησε τον κοιμώμενο Έλληνα
Ας δούμε τώρα πως θυσιάστηκε για την Μακεδονία ο Παύλος Μελάς.
Μετά την οργάνωση της Ελληνικής άμυνας στην περιοχή ανατολικά από το Βίτσι και την εγκατάσταση για έλεγχο ενός ισχυρού σώματος από περίπου πενήντα άνδρες με τη γενική διεύθυνση του παλιού αρματολού Γιοβάνη, ο Παύλος Μελάς είχε την πρόθεση μέσω των Κορεστΐων, να περάσει στο Μεγάροβο και το Μοναστήρι, ώστε να οργανώσει την περιοχή πριν από το χειμώνα. Με τα σχέδια αυτά στο μυαλό του ειδοποίησε το σώμα Καούδη-Κύρου να επιδιώξει συνάντηση μαζί του κοντά στη Στάτιστα (Μελά) κι αφού παρέλαβε τα τμήματα των Πύρζα, Βολάνη, Π ούλακα, και Καραλίβανου, κινήθηκε αμέσως προς τα Κορέστια.
Στις 12 Οκτωβρίου το βράδυ, ολόκληρη η δύναμη των 35 ανδρών παρέμεινε στη Στάτιστα (Μελά), όπου οι κάτοικοι με επικεφαλής τον πρόκριτο του χωριού Ντίναν, υποδέχτηκαν με ιδιαίτερη χαρά το σώμα. Ο πρόκριτος ανήκε στο σώμα Καούδη-Κύρου, και ήταν αυτοί που τον έστειλαν να οδηγήσει την επομένη το σώμα Μελά στο σημείο της συνάντησης. Ενώ βρίσκονταν στον καταυλισμό, μια χωρική ειδοποίησε το Μελά ότι ισχυρό τουρκικό τμήμα βγήκε από το Κονοπλάτι (Μακροχώρι) και κατευθυνόταν προς τη Στάτιστα. Ο Μελάς είχε τη γνώμη ότι οι Τούρκοι θα απέφευγαν να τον καταδιώξουν, δεν έδωσε σημασία στην πληροφορία και διέταξε τους άνδρες του να παραμείνουν κρυμμένοι στα σπίτια της Στάτιστας χωρίς να προχωρήσουν σε καμία ενέργεια. Όμως, όταν το τουρκικό τμήμα έφτασε στη Στάτιστα, κατευθύνθηκε στον κάτω συνοικισμό της και χωρίς χρονοτριβή κύκλωσε τα σπίτια όπου είχε καταλύσει το ελληνικό σώμα. Οι προσχεδιασμένες κινήσεις του τουρκικού τμήματος αποδείκνυαν ότι η κίνηση του βασιζόταν σε θετικές πληροφορίες. Το πιθανότερο είναι ότι η οργάνωση της ΕΜΕΟ στην περιοχή, παρακολουθούσε τις κινήσεις του Μελά και είχε κατάλληλα ενημερώσει τους Τούρκους.
Αμέσως μόλις κυκλώθηκαν τα καταλύματα του ελληνικού τμήματος, άρχισαν οι πυροβολισμοί από όλες τις κατευθύνσεις. Ο Μελάς βρέθηκε αντιμέτωπος με μια αναπάντεχη κατάσταση και προσπάθησε να απαλλάξει το σώμα του από τη δύσκολη θέση. Τη στιγμή που έβγαινε από το σπίτι και πριν ακόμη φτάσει στην αυλόπορτα τον κτύπησε τουρκική βολίδα στην οσφυϊκή χώρα. Κατόρθωσε να συρθεί μέχρι το σπίτι, το τραύμα του όμως ήταν θανατηφόρο και μετά από λίγο υπέκυψε. Η τουρκική δύναμη πέτυχε να συλλάβει επτά αντάρτες και μεταξύ τους τον οπλαρχηγό Γεώργιο Βολάνη. Το υπόλοιπο σώμα κατόρθωσε να διαρρεύσει στην περιοχή ανατολικά από το Βίτσι (Βέρνο) εκτός από δύο αντάρτες οι οποίοι αφού περιπλανήθηκαν στην περιοχή Βαψωρίου, βρήκαν μαρτυρικό θάνατο από τους κομιτατζήδες.
Γράφει ο ιστορικός ο Βρεττανός ιστορικός Douglas Dakin για τον θάνατο του Παύλου Μελά:
Δεν πέρασε πολλή ώρα και τουρκικές δυνάμεις περικύκλωσαν το σπίτι (είχε επισημανθεί καθαρά στο γράμμα) όπου έμενε ο Μελάς μαζί με τον Πύρζα, τον Ντίνα κι' έναν Κρητικό, τον Στρατίνάκη. Χωρίς να χάσουν καιρό άρχισαν να πυροβολούν κι απείλησαν να κάψουν το σπίτι. Ο Μελάς πρόβαλε από ένα παράθυρο του πάνω ορόφου, πυροβόλησε ένα Τούρκο που πλησίαζε αλλά χτυπήθηκε κι ο ίδιος στην οσφυϊκή χώρα. Κατάφερε να κατεβεί τρεκλίζοντας στο κάτω πάτωμα (στο στάβλο), το τραύμα, όμως, ήταν θανάσιμο. Τότε εμπιστεύτηκε στον Πύρζα το σταυρό του για να τον δώσει στη Ναταλία και ζήτησε ακόμη να δοθεί το όπλο του στο γιο του. Ξεψύχησε λίγες στιγμές αργότερα[1]. Ο Πύρζας μάζεψε όλα τα έγγραφα από τις τσέπες του κι άφησε τη σορό στη φροντίδα έμπιστων χωρικών[2]. Οι Τούρκοι, όπως φάνηκε, δεν γνώριζαν ότι είχαν σκοτώσει τον Μελά μέχρι που η θλιβερή είδηση αναγγέλθηκε στην Αθήνα.
[1]Η αφήγηση αυτή βασίζεται στον Πύρζα που ήταν παρών. Το σπίτι όπου ο Μελάς άφησε την τελευταία του πνοή σώζεται ακόμη. Μια εξωτερική σκάλα οδηγεί στο πάνω μέρος. Η αφήγηση του Καραβαγγέλη (ο'.π., σ. 33 επ.) αναφέρει ότι βρίσκονταν επτά σύντροφοι στο σπίτι αυτό· ότι τράβηξαν τον Μελά μέσα, αμύνθηκαν αλλά στο τέλος παραδόθηκαν. Ανάμεσα στους επτά αυτούς ο Καραβαγγέλης αναφέρει τον Γεώργιο Βολάνη, και τους παλιούς συντρόφους του Βαγγέλη, Γρηγόρη και Χρήστο. Ο Καραβαγγέλης προσθέτει ότι ο Καραλίβανος και εκείνοι που βρίσκονταν σε άλλα σπίτια κατόρθωσαν να διαφύγουν.
[2]Οι χωρικοί έθαψαν το νεκρό του Μελά σε ασφαλές μέρος. Ο Κύρου, που είχε επιστρέψει στο Ζέλοβο, έστειλε τον Ντίνα να μεταφέρει τη σορό στο χωριό του. Ο Ντίνας ισχυρίστηκε ότι ενώ ξέθαβε το σώμα αιφνιδιάστηκε από την άφιξη Τούρκων. Για το λόγο αυτό απέκοψε το κεφάλι, το έβαλε σ' ένα σάκο, το μετέφερε στο Ζέλοβο, απ' όπου το πήραν μετά και το ενταφίασαν (τη νεκρώσιμη ακολουθία τέλεσε ο παπα-Σταύρος) τα μεσάνυχτα της 18ης Οκτωβρίου στο Πισοδέρι, στο ναό της Αγίας Παρασκευής. Οι Τούρκοι διέταξαν στη συνέχεια έρευνα στη Στάτιστα και στις 23 Οκτωβρίου βρήκαν το ακέφαλο σώμα και το μετέφεραν στην Καστοριά. Σύμφωνα με τον Καραβαγγέλη, ο οποίος εκείνη την ώρα παρακολουθούσε συνεδρίαση του τοπικού συμβουλίου, ο καϊμακάμης είχε την εντύπωση ότι το σώμα ήταν του Μήτρου Βλάχου. Ο Καραβαγγέλης προσθέτει ότι μάζεψε έγγραφα από τη σορό, ορισμένα από τα οποία προέρχονταν από την αλληλογραφία του με τον Μελά σε κώδικα με λατινικούς χαρακτήρες. Κι ότι είπε στον καϊμακάμη ότι το θύμα ήταν κάποιος «Τζέτζας» (Ζέζας), όνομα ελληνικό. Ο καϊμακάμης, όμως, επέμενε ότι το σώμα ανήκε σε «Βούλγαρο». Χρειάστηκε ο Καραβαγγέλης να υποκινήσει διαμαρτυρίες από τους Έλληνες της πόλης και να ασκήσει όλη του την επιρροή στους τοπικούς μπέηδες για να του παραδώσει τη σορό ο καϊμακάμης —υπό τον όρο ότι η ταφή θα γινόταν αθόρυβα. Αυτό κι έγινε το επόμενο πρωί στο κοιμητήριο απέναντι από το μητροπολιτικό μέγαρο. Λίγο πριν αναχωρήσει από την Καστοριά το 1907, ο Καραβαγγέλης φρόντισε να μεταφερθεί και η κεφαλή από το Πισοδέρι και ολόκληρο το λείψανο τοποθετήθηκε κοντά στην Αγία Τράπεζα του μητροπολιτικού ναού της Καστοριάς. Η Ναταλία, με την άδεια των τουρκικών αρχών, ήταν παρούσα στην τελετή (είχε ήδη, λίγο μετά το θάνατο του συζύγου της, επισκεφθεί την Καστοριά). Το 1950 το λείψανο του Μελά μεταφέρθηκε σε τάφο στη μικρή βυζαντινή εκκλησία των Ταξιαρχών της Καστοριάς.
Η είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά συγκλόνισε ολόκληρη την Ελλάδα και την Αθήνα και ιδιαίτερα φυσικά, την οικογένειά του. Ολόκληρος ο ελληνικός λαός πενθεί τον ήρωα, που έφυγε τόσο νέος, μόλις 34 χρονών, και σε τόσο μάλιστα κρίσιμες στιγμές για το Έθνος και τον Ελληνισμό!
Το όνομά του γίνεται σύμβολο του μακεδονικού αγώνα, ενώ μεγάλος αριθμός Αξιωματικών και ιδιωτών πολιτών αρχίζουν να σπεύδουν στη Μακεδονία και πυκνώνους τις τάξεις εκείνων που αγωνίζονται για την απελευθέρωσή της, ακολουθώντας τον δρόμο του Παύλου Μελά και το παράδειγμά του. Τη θυσία του υμνεί ο λαός με το δημοτικό τραγούδι και ο μεγάλος ποιητής Κωστής Παλαμάς.
Αλλά και η πατρίδα, τιμώντας τον, τον αναγνωρίζει σαν εθνικό ήρωα και η Στάτιστα, το χωριό στο οποίο σκοτώθηκε, μετονομάστηκε σε "Παύλος Μελάς".
Βιβλιογραφία*
- ΓΕΣ/ΔΙΣ, Ο Μακεδονικός Αγώνας και τα Γεγονότα στην Θράκη, 1988
- Douglas Dakin, Ο Ελληνικός αγώνας στην Μακεδονία, εκδόσεις Κυριακίδη, 1993